Κατά πληροφορίες το τζαμί της Καλούτσανης κτίστηκε περί τα τέλη του 15ου αιώνα, αρχικά ως μετζίτ (μουσουλμανικός ναός χωρίς μιναρέ), προκειμένου να ικανοποιήσει τις λατρευτικές ανάγκες των τούρκων, που άρχισαν να εγκαθίστανται στην περιοχή μετά την «προσκύνηση» (δήλωση υποταγής) των γιαννιωτών αρχόντων του κάστρου στον σουλτάνο Μουράτ και την παράδοσή του με τον «ορισμό του Σινάν πασά» το 1430.
Το κίνημα που οργάνωσε ο επίσκοπος Τρίκκης Διονύσιος ο φιλόσοφος κατά των τούρκων στις 11 Σεπτεμβρίου του 1611 έλαβε χώρα στην ίδια περιοχή, το δε κτίριο της τουρκικής διοίκησης που βρίσκονταν κοντά στο παρακείμενο μετζίτ κάηκε από τους επαναστάτες. Την αποτυχία του πρώτου επαναστατικού κινήματος των Βαλκανίων πλήρωσε ο επίσκοπος Διονύσιος, ο μετονομασθείς και «σκυλόσοφος», ο οποίος εγδάρη ζωντανός και σύρθηκε στους δρόμους της πόλης για εκφοβισμό και παραδειγματισμό. Όσο για τους έντρομους επαναστάτες, αυτοί βρέθηκαν κρυμμένοι στους εκεί παρακείμενους καλαμιώνες της λίμνης, πιάστηκαν ομαδικά και θανατώθηκαν χωρίς οίκτο. Το άφθονο χριστιανικό αίμα που χύθηκε για την κατάπνιξη του κινήματος του Διονυσίου του φιλοσόφου έδωσε την τουρκική ονομασία στην περιοχή «κανλή τσεσμέ» (τσεσμές=πηγή, καν=αίμα, κανλή= αίματος), δηλαδή «πηγή αίματος», το οποίο με την πάροδο του χρόνου μετατράπηκε σε Καλούτσιεσμε-Καλούτσιασμη–Καλούτσανη και Καλούτσα. Στην ονομασία «Κανλή Τσεσμέ» (αίματος πηγή) της συνοικίας, που φέρνει μέχρι σήμερα το ιστορικό όνομα, ίσως να συνέτειναν και οι ίδιοι οι τούρκοι όχι μόνον για την υπενθύμιση της καταστολής του κινήματος, αλλά και για τον φρονηματισμό των υπόδουλων ρωμιών.
Ο τούρκος περιηγητής του 17ου αιώνα Εβλιά Τσελεμπή συμπεριλαμβάνει το τοπωνύμιο Καλούτσανη στις χριστιανικές συνοικίες της πόλης των Ιωαννίνων.
Σε τζαμί μετατράπηκε το μετζίτ της Καλούτσανης από τον Χατζή Μεχμέτ πασά, γιο του Ασλάν–πασά του Β΄. Ο Χατζή Μεχμέτ πασάς διετέλεσε διοικητής των Ιωαννίνων την περίοδο 1740 – 1748 και ήταν πατέρας του Καλού–πασά.
Όπως αναφέρει ο Δημήτριος Σαλαμάγκας παράπλευρα από το τζαμί της Καλούτσας λειτουργούσε βρύση, η οποία ήταν κτισμένη πολύ κατόπι από τον αρχικό καιρό της ίδρυσης του τζαμιού, επισημαίνει δε ότι : «οι τούρκοι τα τζαμιά τους τα χτίζαν πάντοτε κοντά στα νερά, πηγαία ή άλλα∙ και τούτο γιατί πριν από κάθε προσευχή τους κάναν τα λεγόμενα αμπντέστια, τους συμβολικούς δηλαδή με το νερό εξαγνισμούς». Και συνεχίζει λέγοντας ότι «το τζαμί της Καλούτσας τον καιρό της επανάστασης του Σκυλοσόφου, που εκδηλώθηκε κυρίως κοντά στην θέση αυτή, μια–δυο εκατοντάδες επαναστάτες πιάστηκαν κρυμμένοι ομαδικά στους εκεί κοντά καλαμιώνες». Με βάση αυτό μπορεί να εξηγηθεί και η ύπαρξη του παλιού πανύψηλου πλατάνου στη νότια πλευρά του τζαμιού.
Με την απελευθέρωση από τους τούρκους της πόλης των Ιωαννίνων ο ελληνικός στρατός διέσχισε υποχρεωτικά τον κεντρικό δρόμο της συνοικίας της Καλούτσανης τα ξημερώματα της 21ης Φεβρουαρίου 1913 –ο οποίος και έχει πάρει την ονομασία 21ης Φεβρουαρίου– προκειμένου να εισέλθει πανηγυρικά στην κεντρική πλατεία της πόλης, όπου έλαβαν χώρα τόσο η επίσημη παράδοση των Γιαννίνων από τον τουρκογιαννιώτη διοικητή Εσάτ–πασά στον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο, όσο και οι ξέφρενοι πανηγυρισμοί των Χριστιανών. Όμως οι κρυμμένες στα σεντούκια γαλανόλευκες σημαίες πρωτοβγήκαν από τα σπίτια της συνοικίας Καλούτσανης κι εδώ πρωτοακούστηκαν τα «μπράβο» και τα «ζήτω» στον ελληνικό στρατό. Ίσως η ιστορία να θέλησε μ’ αυτό τον τρόπο να δικαιώσει και να αποτίσει έναν ελάχιστο φόρο τιμής στους πρώτους επαναστάτες του κινήματος του 1611 ενάντια στον τουρκικό ζυγό, που γέμισαν τότε με αίμα χριστιανικό την παρακείμενη στο τζαμί Καλούτσανης περιοχή.
Μετά την μικρασιατική καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που πραγματοποιήθηκε το 1923–1924, το τζαμί της Καλούτσανης μαζί με τα άλλα τζαμιά θεωρήθηκε αστική ακίνητη περιουσία των τούρκων ανταλλαγέντων και μεταβιβάστηκε η διαχείρισή του στην Εθνική Τράπεζα. Από εκεί μπόρεσε να το αγοράσει ένας ντόπιος ιδιώτης, ονόματι Βενέτης, η οικογένεια του οποίου διατηρεί μέχρι σήμερα την ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση του τζαμιού.
Στον συνολικό προσεκτικό παρατηρητή της συνολικής εξωτερικής εμφάνισης του οικοδομήματος του τζαμιού της Καλούτσανης δημιουργούνται υποψίες για κάποιες παρεμβάσεις, που πιθανόν να έχουν γίνει εν είδει προσθήκης (;) στη βόρεια πλευρά του, για τις οποίες όμως δεν θα μπορέσει να πάρει καμιά διαφωτιστική απάντηση από το σχέδιο της πόλης των Ιωαννίνων του 1954.
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι Ιταλοί κηρύσσουν τον πόλεμο κατά της Ελλάδας. Τις πρώτες μέρες της ιταλικής επίθεσης τα Γιάννινα βομβαρδίζονται από τα ιταλικά αεροπλάνα. Βόμβες πέφτουν στο στρατιωτικό νοσοκομείο, που στεγάζεται στο κτίριο της Ζωσιμαίας Παιδαγωγικής Ακαδημίας και σκοτώνονται γιατροί, νοσοκόμοι, στρατιώτες. Τη μανία των ιταλικών βομβαρδιστικών γνωρίζουν για τα καλά τα μποστάνια της περιοχής Καλούτσανης. Αρκετά σπίτια της Καλούτσανης παθαίνουν ζημιές ή καταστρέφονται από τις ιταλικές βόμβες. Μαζί μ’ αυτά κι ο μιναρές του τζαμιού της Καλούτσανης, που χάσκει από τότε ακέφαλος και μισοκατεσραμμένος, για να χρησιμοποιείται στη σημερινή του μορφή σαν φωλιά των πελαργών.
Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (Νοέμβριος 1940–αρχές Απριλίου 1941) το τζαμί της Καλούτσανης μετατρέπεται σε εργαστήριο ζαχαροπλαστικής, όπου φτιάχνονται κουραμπιέδες και λουκουμάδες και στέλνονται στους στρατιώτες του αλβανικού μετώπου. Αμέσως μετά την κατάρρευση του μετώπου και την υπογραφή συνθηκολόγησης μεταξύ Ελλήνων και Γερμανών στο χωριό Βοτονόσι, την Κυριακή του Πάσχα της 6ης Απριλίου 1941 (από ελληνικής πλευράς τη συνθηκολόγηση υπέγραψαν ο μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων και οι στρατηγοί Πιτσίκας και Τσολάκογλου) ο κόσμος παραβιάζει το τζαμί της Καλούτσανης, αρπάζει τα κασόνια με τους κουραμπιέδες κι έχουνε να τρώνε απ’ αυτούς, για να χορτάσουν την πείνα τους, μέχρι το καλοκαίρι του 1941.
Με την είσοδο των ιταλών στα Γιάννινα το τζαμί επιτάσσεται και μετατρέπεται σε αποθήκη ιματισμού και εν μέρει τροφίμων. Όταν λαμβάνει χώρα στις 13 Σεπτεμβρίου 1943 η κατάρρευση της Ιταλίας, μπαίνουν στα Γιάννινα οι γερμανοί και πιάνουν αιχμαλώτους τους ιταλούς στρατιώτες. Τότε οι ιταλοί αξιωματικοί υποχρεώνουν τους στρατιώτες τους να αλλάξουν τις παλιές τους στολές με καινούργιες αφόρετες, που φύλαγαν στις αποθήκες του τζαμιού. Τις φορεμένες στολές τις αφήνουν μέσα στους χώρους του τζαμιού, οπότε με την πρώτη ευκαιρία ορμάει και τις παίρνει ο ταλαιπωρημένος κοσμάκης από τις γύρω περιοχές της συνοικίας.
Με τη σειρά τους οι γερμανοί μετατρέπουν το τζαμί της Καλούτσανης σε πλυντήριο ρούχων για τις ανάγκες τους μέχρι την ημέρα της αποχώρησής τους από τα Γιάννενα στις 14 Οκτωβρίου 1944. Τότε βρίσκει ευκαιρία και πάλι ο εξαντλημένος από την πείνα και τις στερήσεις κόσμος και παραβιάζει τις εισόδους, μπαίνει μέσα και παίρνει ό,τι βρίσκει μπροστά του. …..
Σήμερα το τζαμί της Καλούτσανης είναι χαρακτηρισμένο ως διατηρητέο μνημείο από την 6η Εφορία Νεοτέρων Μνημείων. Το κυρίως οικοδόμημα στο εσωτερικό του καλύπτεται από έναν υπέροχο θόλο και έχει ωραία ξυλόγλυπτα και ωραίες διακοσμήσεις. Σίγουρα η τέχνη και το μεράκι κάποιων ανώνυμων ηπειρωτών μαστόρων εκείνης της εποχής έχει κάνει κι εδώ το θαύμα του.
Πηγές:
α) Περίπατοι στα Γιάννινα, Δημ. Σαλαμάγκα
β) Γιαννιώτικα Σύμμεικτα, Δημ. Σαλαμάγκα
γ) Η αγία Μαρίνα της Καλούτσιας, Μαίρης Κωστή
δ) Ταξίδι στο νόστο, Αντώνη Τσεπέλη
http://ligapola.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου